προεπαγγέλλομαι

προεπαγγέλλομαι
4279 προεπαγγέλλομαι
{с.гл., 1}
ср.з. обещать прежде (Рим. 1:2).*
ключ.сл.

Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией. — Житомир, Украина. . 2006.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "προεπαγγέλλομαι" в других словарях:

  • προεπήγγελλον — προεπαγγέλλομαι aor ind act 3rd pl (attic epic ionic) προεπήγγελλον , προεπαγγέλλομαι aor ind act 1st sg (attic epic ionic) προεπήγγελλον , προεπαγγέλλομαι imperf ind act 3rd pl (attic epic ionic) προεπήγγελλον , προεπαγγέλλομαι imperf ind act 1 …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προεπηγγελμένα — προεπαγγέλλομαι perf part mp neut nom/voc/acc pl (attic epic doric ionic aeolic) προεπηγγελμένᾱ , προεπαγγέλλομαι perf part mp fem nom/voc/acc dual (attic epic doric ionic aeolic) προεπηγγελμένᾱ , προεπαγγέλλομαι perf part mp fem nom/voc sg (a …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προεπαγγειλάμενον — προεπαγγέλλομαι aor part mid masc acc sg προεπαγγειλάμενον , προεπαγγέλλομαι aor part mid neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προεπαγγελλόμενος — προεπαγγέλλομαι aor part mid masc nom sg προεπαγγελλόμενος , προεπαγγέλλομαι pres part mp masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προεπηγγελμέναι — προεπαγγέλλομαι perf part mp fem nom/voc pl (attic epic doric ionic aeolic) προεπηγγελμένᾱͅ , προεπαγγέλλομαι perf part mp fem dat sg (attic epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προεπηγγελμένον — προεπαγγέλλομαι perf part mp masc acc sg (attic epic doric ionic aeolic) προεπηγγελμένον , προεπαγγέλλομαι perf part mp neut nom/voc/acc sg (attic epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προεπηγγελμένων — προεπαγγέλλομαι perf part mp fem gen pl (attic epic doric ionic aeolic) προεπηγγελμένων , προεπαγγέλλομαι perf part mp masc/neut gen pl (attic epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προεπηγγέλλετο — προεπαγγέλλομαι aor ind mid 3rd sg (attic epic ionic) προεπηγγέλλετο , προεπαγγέλλομαι imperf ind mp 3rd sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προεπαγγέλλω — Α [ἐπαγγέλλω] 1. προαναγγέλλω κάτι 2. επιδιώκω κάτι προηγουμένως 3. μέσ. προεπαγγέλλομαι υπόσχομαι κάτι εκ τών προτέρων («ὃ προεπηγγείλατο διὰ τῶν προφητῶν», ΚΔ) 4. παθ. δίνομαι εκ τών προτέρων ως υπόσχεση («ὡς οὖν τοῡτο τε προεπηγγέλλετο», Δίων… …   Dictionary of Greek

  • προεπαγγειλαμένη — προεπαγγέλλομαι aor part mid fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προεπαγγειλάμενος — προεπαγγέλλομαι aor part mid masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»